Παρασκευή 18 Αυγούστου 2023

Νησιωτικοί υγρότοποι της Ελλάδας

 1. Ονομαστικά οι υγρότοποι

2. Οι υγρότοποι σε χάρτη


Οι Υγρότοποι της Λήμνου.

  1. Αλυκή

Η Αλυκή εντοπίζεται στο ανατολικό τμήμα της Λήμνου, πολύ κοντά στην Ασπρολίμνη και τη Χορταρολίμνη συνιστώντας έτσι ένα εκτεταμένο δίκτυο πολύ σημαντικών υγρότοπων με πολύ υψηλό βαθμό φυσικότητας. Έχει καταγραφεί ως υγρότοπος από το ΕΚΒΥ με κωδικό GR411321000 και όνομα «Λιμνοθάλασσα Αλυκής Λήμνου» (Ζαλίδης & Μαντζαβέλλας 1994) και περιλαμβάνεται στην απογραφή του WWF Ελλάς για τους υγρότοπους του Αιγαίου (Κατσαδωράκης & Παραγκαμιάν 2007). Πρόκειται για τον μεγαλύτερο σε έκταση υγρότοπο που απαντάται στα ελληνικά νησιά και χαρακτηρίζεται κυρίως από το εκτεταμένο αλίπεδο που τροφοδοτείται με θαλασσινό νερό μέσω της στενής αμμοθινικής λωρίδας στα ανατολικά της λίμνης (Κιλικίδης και συν. 1992α, Παπαγρηγορίου και συν. 2001). Στην Αλυκή καταλήγουν 4-5 μικροί χείμαρροι, ωστόσο περιμετρικά της λίμνης έχει κατασκευαστεί τάφρος που συγκεντρώνει τα νερά τους και τα οδηγεί προς τη θάλασσα με συνέπεια να έχει σταματήσει η τροφοδοσία της με γλυκό νερό μεταβάλλοντας έτσι την υδρολογική δυναμική της (Παπαγρηγορίου και συν. 2001). Μέσα στο αλίπεδο η παρουσία του νερού είναι εποχική ενώ η υψηλή αλατότητα ευνοεί το φυσικό σχηματισμό αλατιού. Στην οριοθετημένη έκταση συμπεριλαμβάνονται τα αμμοθινικά συστήματα καθώς και μικρά υφάλμυρα έλη περιμετρικά της λίμνης και έξω από το αποστραγγιστικό κανάλι που δέχονται τα νερά των απορροών. Η Αλυκή χαρακτηρίζεται ως η τελευταία μεγάλης έκτασης φυσική αλυκή της νησιωτικής Ελλάδας (Κιλικίδης και συν. 1992α, Παπαγρηγορίου και συν. 2001). Τους θερινούς μήνες όπου η λίμνη στεγνώνει γίνεται συλλογή άλατος, από παλιά όμως υπήρχαν σχέδια μετατροπής της φυσικής αλυκής σε βιομηχανική (Τρούμπης και συν. 1995, Korovessis & Lekkas 2006). Το 1989, η εκμετάλλευση της Αλυκής παραχωρήθηκε στην εταιρεία Ελληνικές Αλυκές Α.Ε.(ΦΕΚ 282/Β/20.04.1989) όπου και προχώρησε στην διάνοιξη των αποστραγγιστικών τάφρων. Στην ευρύτερη περιοχή, η βασικότερη χρήση γης είναι η γεωργία ενώ στο παρελθόν έχει γίνει προσπάθεια για καλλιέργεια βάμβακος. Ωστόσο, οι εκτεταμένες αντλήσεις μέσω ενός μεγάλου αριθμού πηγαδιών, η δυσκολία επαναπλήρωσης των υπόγειων υδροφορέων και η μικρή απόσταση από τη θάλασσα έχουν συντελέσει στην υποβάθμιση των υπόγειων νερών λόγω υφαλμύρωσης (Παπαγρηγορίου και συν. 2001). Στην οριοθετημένη υγροτοπική έκταση αναπτύσσονται αρκετοί τύποι οικότοπων εκ των οποίων οι περισσότεροι παρουσιάζουν εξαιρετικό βαθμό αντιπροσωπευτικότητας (Dafis et al. 1996, Παπαγρηγορίου και συν. 2001). Ο επικρατέστερος τύπος οικότοπου που απαντάται είναι ο 1150* - Λιμνοθάλασσες. Όσο αφορά τη βλάστηση, οι Panitsa et al. (2003) αναφέρουν 61 είδη καταγεγραμμένα σε σταθμό στη νοτιοδυτική πλευρά της λίμνης ενώ προηγούμενες μελέτες αναφέρουν 14 είδη στην περιοχή της Αλυκής, 29 είδη στις θίνες σκληρόφυλλων θαμνώνων και 15 είδη στην ευρύτερη περιοχή των αμμοθινών (Τρούμπης και συν. 1995, Παπαγρηγορίου και συν. 2001). Η πανίδα της περιοχής είναι αξιοσημείωτη και περιλαμβάνει 3 είδη αμφιβίων, 9 είδη ερπετών, 3 θηλαστικά και 116 είδη πουλιών (22 με παρουσία όλο το χρόνο και 23 αναπαράγονται) (Τρούμπης και συν. 1995, Παπαγρηγορίου και συν. 2001). Ειδικά η ορνιθοπανίδα της περιοχής έχει μελετηθεί πιο συστηματικά (Δημαλέξης 2008, Κακαλής 2009). Αξίζει να αναφερθεί ότι η Λήμνος είναι το μοναδικό νησί στο Αιγαίο που διατηρεί έναν εύρωστο και βιώσιμο πληθυσμό του Κιρκινεζίου (Falco naumanni) ενώ ειδικά στην ευρύτερη περιοχή του συστήματος Αλυκή-Ασπρολίμνη-Χορταρολίμνη αναπαράγεται το 50% του πληθυσμού αυτού. Επίσης, αρκετά είδη υδρόβιων ειδών διατηρούν στην περιοχή πληθυσμούς που αντιστοιχούν στο 10 με 20 % του εθνικού πληθυσμού. Ιδιαίτερα για τη περίπτωση της Καστανόπαπιας (Tadorna ferruginea) και της Πετροτριλίδας (Burhinus oedicnemus) το ποσοστό αυτό είναι ακόμη μεγαλύτερο. Ο υγρότοπος βρίσκεται εντός των ορίων περιοχής που έχει χαρακτηριστεί ως Ειδική Ζώνη Διατήρησης (GR4110001) και Ζώνη Ειδικής Προστασίας (GR4110006). Επιπλέον, το σύνολο της λίμνης βρίσκεται μέσα στις ζώνες Α1 και Β του εγκεκριμένου ΣΧ.Ο.Ο.Α.Π. του Δήμου Μούδρου (ΦΕΚ 633/ΑΑΠ/2010). Η ειδική περιβαλλοντική μελέτη (Παπαγρηγορίου και συν. 2001) καταλήγει σε ένα σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος και προτείνει τον χαρακτηρισμό του συστήματος Αλυκή-Ασπρολίμνη-Χορταρολίμνη ως Εθνικό Πάρκο Υγρότοπων Λήμνου. Δυστυχώς μέχρι σήμερα δεν έχει προχωρήσει η θεσμοθέτηση της περιοχής. [Επισκέψεις για την απογραφή: Ν. Παναγιώτου 3/2004, Θ. Γιαννακάκης & Α. Καρδαμάκη 4/2011].

  2. Χορταρολίμνη ή Χορτατού

Η Χορταρολίμνη ή Χορτατού εντοπίζεται στο ανατολικό τμήμα της Λήμνου, πολύ κοντά στην Αλυκή και την Ασπρολίμνη συνιστώντας έτσι ένα εκτεταμένο δίκτυο πολύ σημαντικών υγρότοπων με πολύ υψηλό βαθμό φυσικότητας. Έχει καταγραφεί ως υγρότοπος από το ΕΚΒΥ με κωδικό GR411322000 και όνομα «Έλος Χορταρολίμνη ή Χορτάτου» (Ζαλίδης & Μαντζαβέλλας 1994) και περιλαμβάνεται στην απογραφή του WWF Ελλάς για τους υγρότοπους του Αιγαίου (Κατσαδωράκης & Παραγκαμιάν 2007). Πρόκειται για ένα εκτεταμένο αβαθές παράκτιο έλος που διαφοροποιείται σημαντικά ως προς την αλατότητα σε σχέση με τις άλλες δύο λίμνες. Η Χορταρολίμνη τροφοδοτείται με νερό μέσω μικρών ρεμάτων ενώ η παρουσία ενός σχετικά μεγάλου αμμοθινικού μετώπου προς την παραλία και η ύπαρξη του ακρωτηρίου Κέρους που παρεμποδίζει τους έντονους κυματισμούς, αποτρέπει την έντονη υφαλμύρωση των νερών του έλους (Κιλικίδης και συν. 1992α). Περιμετρικά του υγρότοπου υπάρχουν καλλιέργειες ενώ στα ανατολικά και μέχρι τη θάλασσα αναπτύσσονται αμμοθίνες πλάτους έως και 1χλμ όπου συμπεριλαμβάνονται στην οριοθέτηση του υγρότοπου μιας και ανάμεσα τους υπάρχουν κοιλότητες που συγκρατούν νερό. Το έλος διατηρεί έντονη υγροτοπική βλάστηση για όσο διάστημα έχει νερό (μέσα φθινοπώρου -μέσα καλοκαιριού) ενώ η περιοχή χρησιμοποιείται ως βοσκότοπος τους θερινούς μήνες. Έντονες επίσης είναι οι πιέσεις για χρήση εκτάσεων του υγρότοπου για καλλιέργειες (Παπαγρηγορίου και συν. 2001). Φαίνεται μάλιστα από δορυφορικές εικόνες, ότι στο παρελθόν είχαν γίνει προσπάθειες για αποστράγγιση της περιοχής. Σήμερα, ένα αποστραγγιστικό κανάλι καταλήγει στη θάλασσα συνδράμοντας έτσι στην απορροή των υδάτων και το στέγνωμα της λίμνης το καλοκαίρι. Η Χορταρολίμνη επίσης έχει χρησιμοποιηθεί ως πεδίο βολής για στρατιωτικές ασκήσεις στο παρελθόν ενώ στα όρια του υγρότοπου αναφέρονται εκχερσώσεις, απόρριψη σκουπιδιών και κίνηση τροχοφόρων (Κιλικίδης και συν. 1992α, Ζόγκαρης 1995). Στην ευρύτερη περιοχή, η βασικότερη χρήση γης είναι η γεωργία και υπάρχουν πολλά πηγάδια, γεγονός που έχει οδηγήσει σε υπεράντληση των υπόγειων νερών και σχετική υφαλμύρωση (Παπαγρηγορίου και συν. 2001). Η σημαντικότερη ωστόσο πίεση που δέχεται η περιοχή είναι στην παραλία όπου έχει διανοιχθεί παράνομος δρόμος καταστρέφοντας τις αμμοθίνες. Στα βόρεια της παραλίας του Κέρους έχει κατασκευαστεί ένα κέντρο ενημέρωσης που πλέον όμως δεν χρησιμοποιείται ενώ η περιοχή προσελκύει τουρίστες και αθλητές surfing. Στην παραλία είχε κατασκευαστεί υπερυψωμένος πεζοδιάδρομος για την προστασία των θινών , σήμερα όμως είναι μερικώς κατεστραμμένος καταστραφεί και συνιστά ρύπο. Επιπλέον, μικροί διάδρομοι έχουν ανοιχτεί προς τη θάλασσα καταστρέφοντας τις θίνες. Το 1989, η Χορταρολίμνη μαζί με την Αλυκή παραχωρήθηκαν στην εταιρεία Ελληνικές Αλυκές Α.Ε.(ΦΕΚ 282/Β/20.04.1989) με σκοπό την εκμετάλλευση τους για παραγωγή άλατος, χωρίς ωστόσο να έχει σημειωθεί κάποια εξέλιξη από τότε. Στην οριοθετημένη υγροτοπική έκταση αναπτύσσονται αρκετοί τύποι οικότοπων εκ των οποίων οι περισσότεροι παρουσιάζουν εξαιρετικό βαθμό αντιπροσωπευτικότητας (Dafis et al. 1996, Παπαγρηγορίου και συν. 2001). Όσο αφορά τη βλάστηση, οι Panitsa et al. (2003) αναφέρουν 16 είδη καταγεγραμμένα σε σταθμό στη βορειοανατολική πλευρά της λίμνης ενώ σε προηγούμενη μελέτη αναφέρονται 3 είδη στην περιοχή της Χορταρολίμνης, 29 είδη στις θίνες σκληρόφυλλων θαμνώνων και 15 είδη στην ευρύτερη περιοχή των αμμοθινών (Τρούμπης και συν. 1995). Η πανίδα της περιοχής είναι αξιοσημείωτη και περιλαμβάνει 3 είδη αμφιβίων, 9 είδη ερπετών, 3 θηλαστικά και 116 είδη πουλιών (22 με παρουσία όλο το χρόνο και 23 αναπαράγονται) (Τρούμπης και συν. 1995, Παπαγρηγορίου και συν. 2001). Ειδικά η ορνιθοπανίδα της περιοχής έχει μελετηθεί πιο συστηματικά (Δημαλέξης 2008, Κακαλής 2009). Αξίζει να αναφερθεί ότι η Λήμνος είναι το μοναδικό νησί στο Αιγαίο που διατηρεί έναν εύρωστο και βιώσιμο πληθυσμό του Κιρκινεζίου (Falco naumanni) ενώ ειδικά στην ευρύτερη περιοχή του συστήματος Αλυκή-Ασπρολίμνη-Χορταρολίμνη αναπαράγεται το 50% του πληθυσμού αυτού. Επίσης, αρκετά είδη υδρόβιων ειδών διατηρούν στην περιοχή πληθυσμούς που αντιστοιχούν στο 10 με 20 % του εθνικού πληθυσμού. Ιδιαίτερα για τη περίπτωση της Καστανόπαπιας (Tadorna ferruginea) και της Πετροτριλίδας (Burhinus oedicnemus) το ποσοστό αυτό είναι ακόμη μεγαλύτερο. Ο υγρότοπος βρίσκεται εντός των ορίων περιοχής που έχει χαρακτηριστεί ως Ειδική Ζώνη Διατήρησης (GR4110001), Ζώνη Ειδικής Προστασίας (GR4110006) και Καταφύγιο Άγριας Ζωής (Κ203) ενώ τμήμα του προστατεύεται από αρχαιολογικό καθεστώς (ΦΕΚ 1414/Β/2001). Επιπλέον, το σύνολο της λίμνης βρίσκεται μέσα στις ζώνες Α2 και Β του εγκεκριμένου ΣΧ.Ο.Ο.Α.Π. του Δήμου Μούδρου (ΦΕΚ 633/ΑΑΠ/2010). Η ειδική περιβαλλοντική μελέτη (Παπαγρηγορίου και συν. 2001) καταλήγει σε ένα σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος και προτείνει τον χαρακτηρισμό του συστήματος Αλυκή-Ασπρολίμνη-Χορταρολίμνη ως Εθνικό Πάρκο Υγρότοπων Λήμνου. Δυστυχώς μέχρι σήμερα δεν έχει προχωρήσει η θεσμοθέτηση της περιοχής. [Επισκέψεις για την απογραφή: Ν. Παναγιώτου 3/2004, Γ. Κατσαδωράκης 2/2008, Θ. Γιαννακάκης & Α. Καρδαμάκη 4/2011].

  3. Φραγμολίμνη Κοντιά ορατή και από τον Άγιο Δημήτριο.

Η Φραγμολίμνη Κοντιά βρίσκεται περίπου 2,5 χιλιόμετρα νότια από τον οικισμό του Αγίου Δημητρίου. Έχει καταγραφεί ως υγρότοπος και από το ΕΚΒΥ με κωδικό GR411323000 και όνομα «Τεχνητή λίμνη Κοντιά». Το φράγμα κατασκευάστηκε το 1976 για άρδευση και δέχεται τον κύριο όγκο του νερού από το ρύακα Χανδριά στο βόρειο τμήμα της ενώ η έξοδος του νερού γίνεται από υπερχείλιση στα νότια της φραγμολίμνης όπου και συνεχίζει ο ίδιος ρύακας. Ο ωφέλιμος όγκος νερού είναι 1.100.000 κ.μ. και η επιφάνεια του ταμιευτήρα 320.000 τ.μ. (Αθανασόπουλος και συν. 2006). Περιμετρικά, κατά τμήματα, υπάρχει περίφραξη με συρματόπλεγμα. Η ευρύτερη περιοχή γύρω από τη λίμνη καλλιεργείται και βοσκείται ενώ στον υγρότοπο γίνεται παράνομη άντληση και λαθροθηρία. Υγροτοπική βλάστηση δεν αναπτύσσεται σε μεγάλη έκταση, προφανώς λόγω της έντονης διακύμανσης της στάθμης του νερού. Παρόχθια κυριαρχούν οι λυγαριές (Vitex agnus-castus) ενώ κατά τόπους υπάρχουν καλάμια (Phragmites australis, Arundo donax), βούρλα (Juncus sp.), αρμυρίκια (Tamarix sp.), πικροδάφνες (Nerium oleander) και μέντες (Mentha sp.). Στην ευρύτερη περιοχή, αξιοσημείωτη είναι η έντονη παρουσία του άρτηκα (Ferula communis). Απαντάται ο οικότοπος 92D0 - Νότια παρόχθια δάση-στοές και λόχμες (Nerio-Tamaricetea και Securinegion tinctoriae). Ο υγρότοπος βρίσκεται εντός ορίων Ζώνη Ειδικής Προστασίας (GR4110006). [Επίσκεψη για την απογραφή: Θ. Γιαννακάκης & Α. Καρδαμάκη 04/2011].

  4. Έλος Διαπορίου

Το έλος Διαπορίου βρίσκεται νότια του οικισμού Τσιμάνδρια, στο μυχό του όρμου Κοντιά. Περιλαμβάνεται στην απογραφή του WWF Ελλάς για τους υγρότοπους του Αιγαίου (Κατσαδωράκης & Παραγκαμιάν 2007). Πρόκειται για ένα υγροτοπικό σύστημα που αποτελείται από ένα αβαθές έλος γλυκού νερού στο οποίο καταλήγει ένας εποχικός ρύακας και μικρά αποστραγγιστικά κανάλια . Επιπλέον υπάρχουν διάσπαρτα μικρά εποχικά λιμνία ενώ το σύστημα εκφορτίζεται στη θάλασσα κυρίως μέσω ενός ρύακα. Μέσα στην οριοθετημένη περιοχή έχουν συμπεριληφθεί και καλλιέργειες ενώ πιθανόν η αμιγής υγροτοπική έκταση να καταλάμβανε μεγαλύτερη επιφάνεια στο παρελθόν. Ωστόσο, η άροση των υγρών λιβαδιών και επιχωμάτωση των λιμνίων και των καλαμιώνων έχει συρρικνώσει τον υγρότοπο στη σημερινή του έκταση. Μέσα από τον υγρότοπο και κοντά στην παραλία διέρχεται δρόμος και η περιοχή κοντά στη θάλασσα δέχεται έντονα την επίδραση της σχηματίζοντας κατά τόπους αλμυρόβαλτους ενώ σε όλο το παράκτιο μέτωπο αναπτύσσονται αμμοθίνες. Στην νοτιοανατολική άκρη της παραλίας υπάρχει ένας μικρός οικισμός και μια αποβάθρα ενώ οι ρηχίες και οι αλμυρόβαλτοι χρησιμοποιούνται ως χώροι αποθήκευση βαρκών. Μέσα στην οριοθετημένη περιοχή επίσης υπάρχουν παλιές μάντρες για ζώα και γίνεται βόσκηση. Στην ευρύτερη περιοχή του υγρότοπου κυριαρχούν οι καλλιέργειες ενώ υπάρχει και ένα λατομείο εξόρυξης αδρανών υλικών. Στον υγρότοπο αναπτύσσονται αρκετοί τύποι οικότοπων. Όσο αφορά τη βλάστηση, οι Panitsa et al. (2003) αναφέρουν 18 είδη καταγεγραμμένα στον υγρότοπο και την παραλία. Στα λιμνία αναπτύσσονται κυπεροειδή, ψαθιά, αρμυρίκια και βούρλα ενώ κοντά στην παραλία απαντώνται είδη περισσότερο αμμόφιλα και αλόφιλα. Η ορνιθοπανίδα της περιοχής είναι αρκετά πλούσια (Hölzinger 1991), ενώ πιο εστιασμένες και σύγχρονες μελέτες θα καταδείκνυαν περισσότερα είδη. Ο υγρότοπος βρίσκεται εντός περιοχής που έχει χαρακτηριστεί ως Ζώνη Ειδικής Προστασίας (GR4110006) ενώ η ευρύτερη περιοχή έχει και αρχαιολογικό καθεστώς ΦΕΚ 1070/Β/1997. [Επισκέψεις για την απογραφή: Ν. Παναγιώτου 10/2004, Γ. Κατσαδωράκης 2/2008, Θ. Γιαννακάκης & Α. Καρδαμάκη 4/2011].

  5. Ασπρολίμνη

Η Ασπρολίμνη εντοπίζεται στο ανατολικό τμήμα της Λήμνου, πολύ κοντά στην Αλυκή και τη Χορταρολίμνη συνιστώντας έτσι ένα εκτεταμένο δίκτυο πολύ σημαντικών υγρότοπων με πολύ υψηλό βαθμό φυσικότητας. Ο υγρότοπος περιλαμβάνεται στην απογραφή του WWF Ελλάς για τους υγρότοπους του Αιγαίου (Κατσαδωράκης & Παραγκαμιάν 2007). Πρόκειται για μια μικρότερης έκτασης (συγκριτικά με τις γειτονικές Αλυκή και Χορτατολίμνη) αβαθή παράκτια λίμνη που διατηρεί νερό μερικούς μήνες το χρόνο. Το νερό είναι αλμυρό, χωρίς ωστόσο να έχει καταγραφεί το ετήσιο εύρος της διακύμανσης (Παπαγρηγορίου και συν. 2001). Περιμετρικά της λίμνης και εντός της προτεινόμενης οριοθέτησης του υγρότοπου υπάρχει ένας εκτεταμένος σχηματισμός αμμοθινών. Ανάμεσα στις θίνες σχηματίζονται μικρά λιμνία γλυκού-υφάλμυρου νερού αυξάνοντας έτσι την ποικιλότητα των ενδιαιτημάτων. Μέσα στον υγρότοπο γίνονταν παλαιότερα εκτεταμένες αμμοληψίες (Παπαγρηγορίου και συν. 2001) ενώ υπάρχει και χωματόδρομος που έχει διανοιχτεί στις θίνες και έχει χωρίσει την Ασπρολίμνη σε μια μεγαλύτερη και μια αρκετά μικρότερη λίμνη. Ωστόσο συνολικά οι ανθρώπινες επεμβάσεις είναι πολύ μικρές και η Ασπρολίμνη, ως μοναδικό τέτοιο σύστημα στον Ελλαδικό χώρο, θα πρέπει να προστατευτεί ως περιοχή αναφοράς (Langangen 2008). Στην ευρύτερη περιοχή, η βασικότερη χρήση γης είναι η γεωργία ενώ στο παρελθόν έχει γίνει προσπάθεια για καλλιέργεια βάμβακος. Ωστόσο, οι εκτεταμένες αντλήσεις μέσω ενός μεγάλου αριθμού πηγαδιών, η δυσκολία επαναπλήρωσης των υπόγειων υδροφορέων και η μικρή απόσταση από τη θάλασσα έχουν συντελέσει στην υποβάθμιση των υπόγειων νερών λόγω υφαλμύρωσης (Παπαγρηγορίου και συν. 2001). Στην οριοθετημένη έκταση αναπτύσσονται αρκετοί τύποι οικότοπων εκ των οποίων οι περισσότεροι παρουσιάζουν εξαιρετικό βαθμό αντιπροσωπευτικότητας (Dafis et al. 1996, Παπαγρηγορίου και συν. 2001). Όσο αφορά τη βλάστηση, μέσα στην Ασπρολίμνη αναφέρονται χαρόφυτα (Langangen 2008) ενώ περιμετρικά της λίμνης και στις θίνες αναπτύσσονται αλόφυτα (Arthrocnemum glaucum), βούρλα (Juncus spp.) και άλλη αμμόφιλη βλάστηση (Ammophila arenaria, Pancratium maritimum, Sporobolus arenarium, κ.α.). Οι Panitsa et al. (2003) αναφέρουν 6 είδη καταγεγραμμένα σε σταθμό στις θίνες του ακρωτηρίου Κέρος, ενώ προηγούμενες μελέτες αναφέρουν 2 είδη στην περιοχή της Ασπρολίμνης, 29 είδη στις θίνες σκληρόφυλλων θαμνώνων και 15 είδη στην ευρύτερη περιοχή των αμμοθινών (Τρούμπης και συν. 1995, Παπαγρηγορίου και συν. 2001). Αναφορά στη βλάστηση των αμμοθινικών συστημάτων γίνεται και από τον Δημαλέξη (2008). Η πανίδα της ευρύτερης περιοχής είναι αξιοσημείωτη και περιλαμβάνει 3 είδη αμφιβίων, 9 είδη ερπετών, 3 θηλαστικά και 116 είδη πουλιών (22 με παρουσία όλο το χρόνο και 23 αναπαράγονται) (Τρούμπης και συν. 1995, Παπαγρηγορίου και συν. 2001). Ειδικά η ορνιθοπανίδα της περιοχής έχει μελετηθεί πιο συστηματικά (Δημαλέξης 2008, Κακαλής 2009). Αξίζει να αναφερθεί ότι η Λήμνος είναι το μοναδικό νησί στο Αιγαίο που διατηρεί έναν εύρωστο και βιώσιμο πληθυσμό του Κιρκινεζίου (Falco naumanni) ενώ ειδικά στην ευρύτερη περιοχή του συστήματος Αλυκή-Ασπρολίμνη-Χορταρολίμνη αναπαράγεται το 50% του πληθυσμού αυτού. Επίσης, αρκετά είδη υδρόβιων ειδών διατηρούν στην περιοχή πληθυσμούς που αντιστοιχούν στο 10 με 20 % του εθνικού πληθυσμού. Ιδιαίτερα για τη περίπτωση της Καστανόπαπιας (Tadorna ferruginea) και της Πετροτριλίδας (Burhinus oedicnemus) το ποσοστό αυτό είναι ακόμη μεγαλύτερο. Ο υγρότοπος βρίσκεται εντός των ορίων περιοχής που έχει χαρακτηριστεί ως Ειδική Ζώνη Διατήρησης (GR4110001) και Ζώνη Ειδικής Προστασίας (GR4110006). Επιπλέον, το σύνολο της λίμνης βρίσκεται μέσα στις ζώνες Α1, Α2 και Β του εγκεκριμένου ΣΧ.Ο.Ο.Α.Π. του Δήμου Μούδρου (ΦΕΚ 633/ΑΑΠ/2010). Η ειδική περιβαλλοντική μελέτη (Παπαγρηγορίου και συν. 2001) καταλήγει σε ένα σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος και προτείνει τον χαρακτηρισμό του συστήματος Αλυκή-Ασπρολίμνη-Χορταρολίμνη ως Εθνικό Πάρκο Υγρότοπων Λήμνου. Δυστυχώς μέχρι σήμερα δεν έχει προχωρήσει η θεσμοθέτηση της περιοχής. [Επισκέψεις για την απογραφή: Ν. Παναγιώτου 3/2004, Θ. Γιαννακάκης & Α. Καρδαμάκη 4/2011].

  6.Εκβολή ρύακα Ραγκαβά

Η εκβολή του ρύακα Ραγκαβά βρίσκεται περίπου 1 χιλιόμετρο δυτικά - βορειοδυτικά από τον οικισμό Κάσπακα, στο Δήμο Λήμνου. Πρόκειται για μικρό ρύακα εποχικής ροής που καταλήγει σε κροκαλώδη παραλία και πιθανόν να διατηρεί νερό κοντά στη θάλασσα καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Ο υγρότοπος είναι έντονα υποβαθμισμένος. Ο ρύακας καταλήγει ευθύγραμμα στη θάλασσα λόγω προφανώς των εκτεταμένων παρεμβάσεων που έχουν γίνει από τις ανθρώπινες δραστηριότητες, κυρίως καλλιέργειες και σχετικά πρόσφατα οικοδομική δραστηριότητα. Στην εκβολή έχει κατασκευαστεί διάβαση «ιρλανδικού» τύπου ενώ στο σημείο αυτό, εκατέρωθεν της κοίτης υπάρχουν συσσωρευμένες κροκάλες, μάλλον λόγω της κατασκευής του παραλιακού δρόμου και της διάβασης. Στο νερό υπάρχουν έντονα σημάδια ευτροφισμού που οφείλεται σε απόρριψη λυμάτων. Απαντάται ο οικότοπος 72Α0 - Καλαμώνες ενώ η δομή της βλάστησης είναι τυπική για τέτοια εκβολή: Phragmites australis κοντά στο νερό και Arundo donax στην εξωτερική πλευρά. Ο υγρότοπος βρίσκεται μέσα σε περιοχή που έχει χαρακτηριστεί Καταφύγιο Άγριας Ζωής (κωδικός: Κ204) ενώ περιλαμβάνεται στο Προεδρικό Διάταγμα για την προστασία των μικρών νησιωτικών υγρότοπων της Ελλάδας (κωδικός: Y411LEM006). (Περίοδος αναφοράς πρωτογενών δεδομένων: 04/2011. Απογραφείς: Θ. Γιαννακάκης, Α. Καρδαμάκη).

  7. Κόλπος Μούδρου Αεροδρόμιο

Ο υγρότοπος βρίσκεται στο μυχό του κόλπου του Μούδρου, περίπου 1,5 χλμ δυτικά του οικισμού της Λύχνας και περιλαμβάνεται στην απογραφή του WWF Ελλάς για τους υγρότοπους του Αιγαίου (Κατσαδωράκης & Παραγκαμιάν 2007). Πρόκειται για ένα σύστημα πλημμυρογενών εκτάσεων, εποχικών λιμνίων, αλίπεδων και εκβολών χειμάρρων που καταλαμβάνει μια αρκετά μεγάλη περιοχή. Πριν την κατασκευή του αεροδρομίου πρέπει να καταλάμβανε μεγαλύτερη έκταση και μάλιστα ίσως συνιστούσε ένα ενιαίο σύστημα με τον LEM041. Ωστόσο σήμερα αναπτύσσονται μια σειρά από ανθρώπινες δραστηριότητες που έχουν αλλοιώσει τα χαρακτηριστικά του. Μέσα στην οριοθετημένη έκταση έχει διανοιχτεί ένα εκτεταμένο –τηρουμένων των αναλογιών– οδικό δίκτυο που έχει διασπάσει την συνέχεια του υγρότοπου και έχει επιτρέψει την ελεύθερη απόρριψη αδρανών υλικών. Αυτό είναι πολύ έντονο κατά μήκος του χωματόδρομου όπου παρατηρούνται πολλά μπάζα και σκουπίδια. Επίσης μέσα στην περιοχή υπάρχουν οικήματα ενώ τη μισή σχεδόν οριοθετημένη περιοχή καταλαμβάνουν καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Απαντώνται οι οικότοποι 1310 - Πρωτογενής βλάστηση με Salicornia και άλλα μονοετή είδη των λασπωδών και αμμωδών ζωνών, 1410 - Μεσογειακά αλίπεδα (Juncetalia maritimi) και 72Α0 - Καλαμώνες ενώ μια πιο ενδελεχής μελέτη του χώρου σίγουρα θα πρόσθετε επιπλέον τύπους. Όσο αφορά την βλάστηση οι Panitsa et al. (2003) αναφέρουν 9 είδη καταγεγραμμένα σε σταθμό κοντά στον υγρότοπο ενώ κατά την απογραφή καταγράφηκαν όλα τα τυπικά υγροτοπικά φυτά (Salicornia sp., Halimione portulacoides , Tamarix sp., Juncus sp., Carex sp., Phragmites australis, Ranunculus sp.). Η περιοχή προσελκύει πολλά είδη πουλιών ενώ όσο αφορά τα ερπετά και τα αμφίβια o Schneider (1986) αναφέρει την παρουσία του βάτραχου του Μπεντριάγκα (Pelophylax bedriagae), της γραμμωτής νεροχελώνας (Mauremys rivulata ) και του νερόφιδου (Natrix natrix). Η παρουσία του βατράχου διαπιστώθηκε και κατά την απογραφή. Ο υγρότοπος βρίσκεται εντός των ορίων περιοχής που έχει χαρακτηριστεί ως Ζώνη Ειδικής Προστασίας (GR4110006). Επιπλέον τμήμα του βρίσκεται μέσα σε Καταφύγιο Άγριας Ζωής (Κ200) και σε περιοχή αρχαιολογικού ενδιαφέροντος (ΦΕΚ 1070/Β/1997) καθώς και στο εγκεκριμένο ΣΧ.Ο.Ο.Α.Π. του Δήμου Μούδρου (ΦΕΚ 633/ΑΑΠ/2010). [Επισκέψεις για την απογραφή: Ν. Παναγιώτου 3/2004, Θ. Γιαννακάκης & Α. Καρδαμάκη 4/2011].

  8. Εκβολή Ανώνυμου Χείμαρου (Κότσινας)

Ο υγρότοπος βρίσκεται περίπου 2 χιλιόμετρα βόρεια - βορειοδυτικά από το Ρεπανίδι. Μικρός εποχικός ρύακας που έχει απολέσει σε μεγάλο βαθμό τη φυσικότητα του. Δίπλα στον ρύακα υπάρχουν ιδιωτικές εκτάσεις, καλλιέργειες και αμμοθινικά συστήματα και εκβάλει σε αμμώδη παραλία στον κόλπο του Πουρνιά. Ο ρύακας ρυπαίνεται με στερεά απορρίμματα ενώ παρατηρούνται και φαινόμενα ευτροφισμού, πιθανόν από διάθεση αστικών λυμάτων. Απαντάται ο οικότοπος 72Α0 - Καλαμώνες και η κυρίαρχη βλάστηση είναι υπερυδατική με καλάμια (Phragmites australis, Arundo donax). Στις αμμοθίνες, εκτός οριοθετημένης υγροτοπικής έκτασης, κυριαρχεί η Αμμόφιλα (Ammophila arenaria) και το Κρινάκι (Pancratium maritimum) ενώ η θαλάσσια περιοχή έχει ποσειδωνίες (Posidonia oceanica). Πολύ κοντά στο ρύακα υπάρχει μια μικρή έκταση φυτεμένη με Carpobrotus sp. Όσον αφορά την πανίδα, από την περιοχή αναφέρεται η γραμμωτή νεροχελώνα (Mauremys rivulata) και ο ασιατικός βάτραχος (Pelophylax bedriagae). Ο υγρότοπος συμπεριλαμβάνεται στο Π.Δ. για την προστασία των μικρών νησιωτικών υγρότοπων (Y411LEM008, ΦΕΚ 229/ΑΑΠ/2012) και στην Αρχαιολογική περιοχή του Κότσινα (ΦΕΚ 1460/Β/2001). [Επίσκεψη για την απογραφή: Θ. Γιαννακάκης & Α. Καρδαμάκη 04/2011].

  9.Εκβολή Παραλίας Τηγάνι

Η εκβολή της παραλίας Τηγάνι βρίσκεται περίπου 4,5 χιλιόμετρα βόρεια - βορειοανατολικά από το Κοντοπούλι. Πρόκειται για έναν εποχικό ρύακα που πιθανόν να διατηρεί νερό τους θερινούς μήνες κοντά στη θάλασσα. Ο ρύακας έχει δεχτεί σημαντικές πιέσεις από τις καλλιέργειες και την διάνοιξη δρόμου στη βόρεια κοίτη του με αποτέλεσμα να έχει ευθυγραμμιστεί και να έχει απολέσει σε σημαντικό βαθμό τη φυσικότητα του. Απαντάται ο οικότοπος 72Α0 - Καλαμώνες . Η βλάστηση περιορίζεται μόνο κατά μήκος της κοίτης του ρύακα και αποτελείται από βούρλα (Juncus sp.) και λίγα καλάμια (Arundo donax), ενώ στην πανίδα συμπεριλαμβάνονται νεροχελώνες (Mauremys rivulata) και ευρύαλα ψάρια που προέρχονται από τη θάλασσα. Ο υγρότοπος βρίσκεται μέσα στην αρχαιολογική περιοχή του Κότσινα (ΦΕΚ 1460/Β/2001). [Επίσκεψη για την απογραφή: Θ. Γιαννακάκης & Α. Καρδαμάκη 04/2011].

10. Μετόχι Φακού

Το Μετόχι Φακού βρίσκεται περίπου 2,9 χιλιόμετρα νότια - νοτιοανατολικά από τον Κοντιά και περιλαμβάνεται στην απογραφή του WWF Ελλάς για τους υγρότοπους του Αιγαίου (Κατσαδωράκης & Παραγκαμιάν 2007). Πρόκειται για ένα παράκτιο έλος στο ακρωτήρι Λένα του όρμου Κοντιά που δέχεται γλυκό νερό από τις επιφανειακές απορροές ενώ έντονη είναι και η επίδραση της θάλασσας. Αποτελείται από δύο τμήματα τα οποία όμως δεν επικοινωνούν μεταξύ τους και διαφέρουν ως προς τα χαρακτηριστικά τους. Το βόρειο μικρότερο τμήμα είναι μια επίπεδη έκταση με αργιλοαμμώδες υπόστρωμα που διατηρεί νερό εποχιακά. Το μεγαλύτερο μέρος του δεν καλύπτεται από βλάστηση ενώ περιμετρικά αναπτύσσονται βούρλα (Juncus sp.). Η περιοχή φιλοξενεί ελαφριές κατασκευές (σκέπαστρα) που χρησιμοποιούνται για ασκήσεις του στρατού (κατασκήνωση) ενώ στα όρια του υγρότοπου υπάρχει ένας μικρός ηλιακός φάρος και μια παλιά βυθισμένη προβλήτα. Το νότιο τμήμα του υγρότοπου είναι ένα εκτεταμένο εποχικό λιβάδι που περιφράσσεται από συρματόπλεγμα. Περιμετρικά έχει βούρλα ενώ το μεγαλύτερο μέρος του υγρότοπου καλύπτεται από Eleocharis sp. Το επιπλέον νερό καταλήγει στη θάλασσα μέσω ενός μικρού τεχνητού καναλιού που υπάρχει στα δυτικά του υγρολίβαδου. Μέσα στον υγρότοπο γίνεται κυρίως βόσκηση ενώ στη λεκάνη απορροής υπάρχουν καλλιέργειες. Επιπλέον στα όρια του υπάρχει μια στάνη για ζώα και πηγάδια. Απαντώνται οι οικότοποι 72Β0 - Κοινωνίες των υψηλών βούρλων και 1410 - Μεσογειακά αλίπεδα (Juncetalia maritimi). Ο υγρότοπος βρίσκεται εντός περιοχής που έχει χαρακτηριστεί ως Ζώνη Ειδικής Προστασίας (GR4110006) ενώ το μικρότερο βόρειο λιμνίο περιλαμβάνεται στο Προεδρικό Διάταγμα για την προστασία των μικρών νησιωτικών υγρότοπων της Ελλάδας (15% ποσοστό προστασίας επί της συνολικής έκτασης, κωδικός: Y411LEM010). [Επισκέψεις για την απογραφή: Ν. Παναγιώτου 10/2004, Γ. Κατσαδωράκης 2/2008, Θ. Γιαννακάκης & Α. Καρδαμάκη 4/2011].

11. Μικρή Λίμνη Πετράδι

Η μικρή λίμνη Πετράδι βρίσκεται περίπου 1,9 χιλιόμετρα νότια - νοτιοδυτικά από τον οικισμό του Θάνους και υπάγεται διοικητικά στο Δήμο Λήμνου. Πρόκειται για το μικρότερο από τα δύο υγροτοπικά συστήματα που υπάρχουν στην περιοχή σε απόσταση μερικών δεκάδων μέτρων. Στο παρελθόν οι δύο αυτοί υγρότοποι πιθανόν να αποτελούσαν ένα ενιαίο σύστημα αλλά σήμερα μεταξύ τους παρεμβάλλονται ένα οίκημα και γεωργικές εκτάσεις καθιστώντας τα όρια τους αρκετά διακριτά. Έτσι, παρά την μικρή απόσταση και την πιθανή υδρολογική τους συσχέτιση, στην παρούσα βάση δεδομένων αντιμετωπίζονται ως δύο συστήματα. Το μικρό έλος βρίσκεται σε μια λεκάνη που σχηματίζουν βραχώδης λόφοι στα βόρεια και τα νότια αυτού. Περιμετρικά υπάρχει παλιό πετρόχτιστο τοιχίο που σηματοδοτεί ιδιοκτησίες και καθορίζει και τα όρια του ενώ παλιές περιφράξεις με συρματόπλεγμα υπάρχουν και μέσα στον υγρότοπο. Στο βορειοδυτικό τμήμα υπάρχουν κατοικίες και δρόμος που έχουν διακόψει τη φυσική γειτνίαση του έλους με τη θάλασσα μιας και έχουν κατασκευαστεί επιχωματώνοντας παλιές ελώδεις εκτάσεις. Παρά τις όποιες παρεμβάσεις όμως, ο υγρότοπος διατηρεί σε μεγάλο βαθμό τη φυσικότητα του. Κατά την αυτοψία δεν ήταν δυνατόν να διερευνηθεί από πού δέχεται γλυκό νερό ενώ από δορυφορικές φωτογραφίες φαίνεται ότι υπερχειλίζει σε μικρό κανάλι που οδηγεί στη θάλασσα. Απαντάται ο οικότοπος 72Β0 - Κοινωνίες των υψηλών βούρλων όπου κυριαρχεί υπερυδατική και υγρολιβαδική βλάστηση (Scirpus sp., Carex sp., Ranunculus sp.). Ο υγρότοπος περιλαμβάνεται στο Π.Δ. για την προστασία των μικρών νησιωτικών υγρότοπων (Y411LEM011, ΦΕΚ 229/ΑΑΠ/2012) και στην αρχαιολογική περιοχή της Μύρινας (ΦΕΚ 25/Β/1993). [Επίσκεψη για την απογραφή: Θ. Γιαννακάκης & Α. Καρδαμάκη 04/2011].

12. Εκβολή Χανδρά

13. Εκβολή Ζεματά

Η εκβολή Ζεματά βρίσκεται περίπου 2.9 χιλιόμετρα ανατολικά από τον οικισμό Θάνος, στο Δήμο Λήμνου. Μικρός εποχικός ρύακας που εκβάλει στον όρμο του Αγ. Παύλου. Πιθανόν τους καλοκαιρινούς μήνες να διατηρεί λίγο νερό στην εκβολή λόγω της γειτνίασης του με τη θάλασσα. Ο υγρότοπος δέχεται αρκετές πιέσεις από τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Από βορρά η οριοθέτηση σταματάει στο δρόμο όπου υπάρχει ένα μικρό σκαλοπάτι ανάσχεσης της ροής που αποτρέπει την ελεύθερη κίνηση των ζώων προς το πάνω τμήμα του ρύακα. Οι καλλιέργειες βρίσκονται δίπλα στην κοίτη ενώ στο ανατολικό τμήμα της εκβολής υπάρχει μια λυόμενη καντίνα και ο χώρος έχει διαμορφωθεί για να δέχεται τους λουόμενους. Απαντάται ο οικότοπος 72Α0 - Καλαμώνες. Η βλάστηση είναι υπερυδατική με καλάμια Phragmites australis και Arundo donax ενώ κατά την απογραφή διαπιστώθηκε η παρουσία Γραμμωτής Νεροχελώνας (Mauremys rivulata). Ο υγρότοπος περιλαμβάνεται στο Π.Δ. για την προστασία των μικρών νησιωτικών υγρότοπων (Y411LEM013, ΦΕΚ 229/ΑΑΠ/2012) και στην Αρχαιολογική περιοχή Νέας Κουτελάτης (ΦΕΚ 1070/Β/1997). [Επίσκεψη για την απογραφή: Θ. Γιαννακάκης & Α. Καρδαμάκη 04/2011].

14. Λιμνοδεξαμενή Θάνους

Η λιμνοδεξαμενή Θάνους βρίσκεται περίπου 2,6 χιλιόμετρα ανατολικά - βορειοανατολικά από τον ομώνυμο οικισμό, στο Δήμο Λήμνου. Πρόκειται για μια εξωποτάμια λιμνοδεξαμενή με ακάλυπτη μεμβράνη, η οποία όμως έχει φαίνεται να έχει αστοχήσει. Κατασκευάστηκε το 1997 και είχε ωφέλιμο όγκο νερού 90.000 κ.μ., ενώ η τροφοδοσία της γινόταν από μια υδροληψία στο χείμαρρο Θάνους (Αθανασόπουλος και συν. 2006). Υπάρχει περίφραξη περιμετρικά ενώ παρά το γεγονός ότι τα πρανή της λιμνοδεξαμενής είναι σχετικά ομαλά, κατά την αυτοψία διαπιστώθηκε η παρουσία νεκρών χελωνών (Testudo graeca) και φιδόσαυρων (Pseudopus apodus). Στην ευρύτερη περιοχή κυριαρχούν τα φρύγανα ενώ στον ρύακα, στα ανάντη της λιμνοδεξαμενής υπάρχουν πλατάνια. Ο υγρότοπος βρίσκεται εντός ορίων Καταφύγιου Άγριας Ζωής (ΦΕΚ 578/Β/1989) και εντός της Αρχαιολογικής περιοχής Νέας Κουτελάτης (ΦΕΚ 1070/Β/1997). [Επίσκεψη για την απογραφή: Θ. Γιαννακάκης & Α. Καρδαμάκη 04/2011].

15. Τεχνητο Λιμνίο Λατομείου Αγκαρυώνων

Το τεχνητό λιμνίο λατομείου Αγκαρυωνών βρίσκεται περίπου 0,7 χιλιόμετρα βορειοδυτικά από τον ομώνυμο οικισμό. Πρόκειται για εγκαταλελειμμένο λατομείο που δέχεται νερό από τη βροχή σχηματίζοντα. Το λιμνίο είναι σχετικά βαθύ και μάλλον διατηρεί νερό καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Ο υγρότοπος φιλοξενεί αμφίβια (Pelophylax bedriagae, Bufo viridis) και στην περιοχή φωλιάζουν κάργιες (Corvus monedula) ενώ η υγροτοπική βλάστηση αποτελείται κυρίως από νεραγκούλες (Ranunculus sp.). [Επίσκεψη για την απογραφή: Θ. Γιαννακάκης & Α. Καρδαμάκη 04/2011].